Νεοκαστρίτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- Νεοκαστρίτης < νεότερο τοπωνύμιο Νεόκαστρ(ο) + -ίτης και κληρονομημένο από τη μεσαιωνική ελληνική Νεοκαστρίτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Νεοκαστρίτης αρσενικό (θηλυκό Νεοκαστρίτισσα)
- (πατριδωνυμικό) που κατοικεί ή κατάγεται σε τόπο που ονομάζεται Νεόκαστρο
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Νεοκαστρίτης
|
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Νεοκαστρίτης | οι | Νεοκαστρίτηδες |
γενική | του | Νεοκαστρίτη* | των | Νεοκαστρίτηδων |
αιτιατική | τον | Νεοκαστρίτη | τους | Νεοκαστρίτηδες |
κλητική | Νεοκαστρίτη | Νεοκαστρίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Νεοκαστρίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Νεοκαστρίτης < πατριδωνυμικό Νεοκαστρίτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Νεοκαστρίτης αρσενικό (θηλυκό Νεοκαστρίτη ή Νεοκαστρίτου)
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Νεοκαστρίτης < Νεόκαστρ(α) της Μικράς Ασίας + -ίτης [1]
- Δείτε και < Νεόκαστρον (Νεόκαστρο στη Βουλγαρία)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Νεοκαστρίτης ουδέτερο
- (πατριδωνυμικό) ο κάτοικος των Νεοκάστρων της Μικράς Ασίας
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τις λέξεις κάστρον και gkm
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Νεοκαστρίτης - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ίτης (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πατριδωνυμικά (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Αγγελίδης' (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα από τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -ίτης (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ίτης (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Ουσιαστικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Πατριδωνυμικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)