Νεφελοκοκκυγία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Νεφελοκοκκυγία οι Νεφελοκοκκυγίες
      γενική της Νεφελοκοκκυγίας των Νεφελοκοκκυγιών
    αιτιατική τη Νεφελοκοκκυγία τις Νεφελοκοκκυγίες
     κλητική Νεφελοκοκκυγία Νεφελοκοκκυγίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Νεφελοκοκκυγία < αρχαία ελληνική Νεφελοκοκκυγία < νεφέλη + κόκκυξ (κούκος, το πτηνό) + -ία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Νεφελοκοκκυγία θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]