Ρωμανιώτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ρωμανιώτης

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ρωμανιώτης οι Ρωμανιώτες
      γενική του Ρωμανιώτη των Ρωμανιωτών
    αιτιατική τον Ρωμανιώτη τους Ρωμανιώτες
     κλητική Ρωμανιώτη Ρωμανιώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ρωμανιώτης < Ρωμαν(ία) + -ιώτης

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ρωμανιώτης αρσενικό (θηλυκό Ρωμανιώτισσα)

  • (εθνικό όνομα) Εβραίος που κατάγεται από οικογένεια η οποία ζει στην Ελλάδα από την αρχαιότητα, και δεν έχει μεταναστεύσει από άλλη χώρα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]