Τσαμπίκα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Τσαμπίκα | οι | Τσαμπίκες |
γενική | της | Τσαμπίκας | — | |
αιτιατική | την | Τσαμπίκα | τις | Τσαμπίκες |
κλητική | Τσαμπίκα | Τσαμπίκες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τσαμπίκα < θηλυκό του Τσαμπίκος → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /t͡samˈbi.ka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τσα‐μπί‐κα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τσαμπίκα θηλυκό
- γυναικείο όνομα, συνηθισμένο στη Ρόδος
- τοπική προσωνυμία της Παναγίας
- ↪ η Παναγιά η Τσαμπίκα στη Ρόδο είναι μοναστήρι
- παραλία της Ρόδου
- (μειωτικό) κορίτσι ή γυναίκα που είναι ή κατάγεται από τη Ρόδο, η Ροδίτισσα (συνηθίζεται στη στρατιωτική αργκό)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Τσαμπίκα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Τσαμπίκα
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Προσωνυμίες (νέα ελληνικά)
- Ακτές της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Ακτές (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Μειωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Στρατιωτική αργκό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)