έγγιστα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- έγγιστα < υπερθετικός βαθμός του εγγύς (κοντά)
Επίρρημα[επεξεργασία]
έγγιστα
- πάρα πολύ κοντά
- ως έγγιστα: (καθαρεύουσα) περίπου, με τη μεγαλύτερη κατά το δυνατόν προσέγγιση
- ο λαογράφος Ζαμπέλιος, θεωρούσε ότι τα δημοτικά τραγούδια γεννήθηκαν μόλις χάθηκε η πολιτική ελευθερία και σκοπός τους ήταν να διαμηνύουν την ανάκτησή της. Τα τραγούδια, ο λαϊκός στίχος, οι κλέφτες «περί την αυτήν, ως έγγιστα, εποχήν θέλουσι αποσυρθεί της σκηνής, ήγουν τότε, ότε σύμπαν πολιτικώς το γένος αποκατασταθήσεται» (από άρθρο στη Βικιπαίδεια)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
έγγιστα
|