ανίκητος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀνίκητος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ανίκητος η ανίκητη το ανίκητο
      γενική του ανίκητου της ανίκητης του ανίκητου
    αιτιατική τον ανίκητο την ανίκητη το ανίκητο
     κλητική ανίκητε ανίκητη ανίκητο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ανίκητοι οι ανίκητες τα ανίκητα
      γενική των ανίκητων των ανίκητων των ανίκητων
    αιτιατική τους ανίκητους τις ανίκητες τα ανίκητα
     κλητική ανίκητοι ανίκητες ανίκητα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανίκητος < αρχαία ελληνική ἀνίκητος < νικάω / νικῶ

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /aˈni.ci.tos/

Επίθετο[επεξεργασία]

ανίκητος, -η, -ο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη νικώ

Μεταφράσεις[επεξεργασία]