αντιδάνειο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αντιδάνειο τα αντιδάνεια
      γενική του αντιδάνειου
αντιδανείου
των αντιδάνειων
αντιδανείων
    αιτιατική το αντιδάνειο τα αντιδάνεια
     κλητική αντιδάνειο αντιδάνεια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αντιδάνειο < αντι- + δάνειο (μεταφραστικό δάνειο από τη γερμανική Rückwanderer)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /an.diˈða.ni.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ντι‐δά‐νει‐ο

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παραδείγματα αντιδανείων

αντιδάνειο ουδέτερο

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • Ευρεία ή στενή ερμηνεία του όρου αντιδάνειο στα ετυμολογικά λεξικά:
    παραδειγμα: Διαφορετική χρήση του όρου αντιδάνειο στην ετυμολόγηση του λήμματος αρμόνιο: θεωρείται αντιδάνειο (στην ευρεία σημασία) του όρου αλλά όχι με τη στενή ακριβή ερμηνεία του.
    χρειάζεται παράθεμα από Εισαγωγές λεξικών, που ορίζουν τον τρόπο χαρακτηρισμού 'αντιδάνειο'

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]