βασιλειδιανισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βασιλειδιανισμός < Βασιλείδης + -ισμός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βασιλειδιανισμός αρσενικό
- κίνημα γνωστικισμού του 2ου αιώνα, με ιδρυτή τον Βασιλείδη, που αναπτύχθηκε ιδιαιτέρως στην Αλεξάνδρεια
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βασιλειδιανισμός
|