βραστήρας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο βραστήρας οι βραστήρες
      γενική του βραστήρα των βραστήρων
    αιτιατική τον βραστήρα τους βραστήρες
     κλητική βραστήρα βραστήρες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βραστήρας < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.tmo.vɾaˈsti.ɾas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: βρα‐στή‐ρας

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βραστήρας αρσενικό

Σύνθετα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]