γεωπυραμίδα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γεωπυραμίδα θηλυκό
- φυσικός σχηματισμός που μοιάζει με πυραμίδα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γεωπυραμίδα
|