γιασμάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γιασμάκι τα γιασμάκια
      γενική
    αιτιατική το γιασμάκι τα γιασμάκια
     κλητική γιασμάκι γιασμάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γιασμάκι < τουρκική yaşmak

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γιασμάκι ουδέτερο

  • καλύπτρα του προσώπου των μουσουλμάνων γυναικών

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]