γιγαβάτ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γιγαβάτ < γιγα- + βατ, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική gigawatt

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ʝi.ɣaˈvat/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γι‐γα‐βάτ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γιγαβάτ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr