δραπέτευσις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δραπέτευσις < δραπετεύ(ω) + -σις

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

δραπέτευσις θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη δραπετεύω

Πηγές[επεξεργασία]