εναλλακτικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εναλλακτικά < εναλλακτικός + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
εναλλακτικά
- με εναλλακτικό τρόπο, το ένα μετά το άλλο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εναλλακτικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
εναλλακτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του εναλλακτικός