επίσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- επίσης < αρχαία ελληνική ἐπ' ἴσης
Επίρρημα[επεξεργασία]
επίσης
- χρησιμοποιείται μονολεκτικά για ανταπόδοση ευχής
- καληνύχτα! επίσης
- επιπλέον, ακόμα