ζαίος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ζαίος οι ζαίοι
      γενική του ζαίου των ζαίων
    αιτιατική τον ζαίο τους ζαίους
     κλητική ζαίε ζαίοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζαίος < περικοπή του συριζαίος < ΣΥΡΙΖΑ και παλαιότερα από το πρεζαίος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈze.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζαί‐ος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζαίος αρσενικό (θηλυκό ζαία)

  • (μειωτικό) ο συριζαίος, ο οπαδός του ΣΥΡΙΖΑ
    ※  Το τραγούδι λέει "ζαίος" εν έτει 2008 όταν δεν υπήρχε η λέξη συριζαίος. Είναι λοιπόν σύντμηση του πρεζαίος. Εσείς θεωρείτε ότι δεν υφίσταται λέξη πρεζαίος διότι δεν την ξέρετε. Όμως ακόμα και "λεξικό της σλανγκ" την έχει (Nikos Sarantakos στο twitter.com 7:54 μ.μ. 23 Αυγ. 2019 [1])
    ※  Με το ‘δημοψήφισμα της κωλοτούμπας’ μάθαμε από πρώτο χέρι τι ακριβώς διακυβεύεται, αλλά τώρα με τον Πολάκη ξέρουμε και για τι είναι ικανός ένας αυθεντικός ζαίος (Είσαι μία σουπιά, εσύ... capital.gr, 23/3/2023 [2])
    ※  Συνδυάστηκε τόσο με μια κομματική παράταξη που όσο και να “χτυπήσει” τον αρχηγό της δύσκολα μπορεί από πάνω του να βγάλει τη “συριζύλα” ή αλλιώς τη ρετσινιά του “Ζαίου”. (newsnowgr.com, 13/3/2019 [3])

Μεταφράσεις[επεξεργασία]