ζνίχι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζνίχι τα ζνίχια
      γενική του ζνιχιού των ζνιχιών
    αιτιατική το ζνίχι τα ζνίχια
     κλητική ζνίχι ζνίχια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζνίχι < μεσαιωνική ελληνική ζινίχιον < αρχαία ελληνική ζεύγνυμι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζνίχι ουδέτερο (& σνίχι)

Παροιμίες[επεξεργασία]

  • το φιλότιμο μαυρίζει το ζνίχι

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]