ζυθοποιία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ζυθοποιία | οι | ζυθοποιίες |
γενική | της | ζυθοποιίας | — | |
αιτιατική | τη | ζυθοποιία | τις | ζυθοποιίες |
κλητική | ζυθοποιία | ζυθοποιίες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ζυθοποιία θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ζυθοποιία
|