ημίχρονο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ημίχρονο < ημι- + χρόνος, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική half-time
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ημίχρονο ουδέτερο
- το μέρος ενός αθλητικού αγώνα που έχει διάρκεια ίση με το μισό της συνολικής
- το διάλειμμα ανάμεσα στα δύο μέρη ενός αγώνα