ημερίδα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ημερίδα | οι | ημερίδες |
γενική | της | ημερίδας | των | ημερίδων |
αιτιατική | την | ημερίδα | τις | ημερίδες |
κλητική | ημερίδα | ημερίδες | ||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ημερίδα < καθαρεύουσα ἡμερ(ίς) + νεοελληνική κατάληξη -ίδα, κατά το ἑσπερίς < ἡμέρα + -ίς σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική matinée). Διαφορετική η αρχαία ἡμερίς (ήπιο κλίμα).[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.meˈɾi.ða/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐με‐ρί‐δα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ημερίδα θηλυκό
- εκδήλωση που περιλαμβάνει εισηγήσεις και συζήτηση με το κοινό σχετικά με συγκεκριμένο θέμα και διαρκεί μία ημέρα
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ημερίδα
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ {Π:ΛΚΝ}}
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ελπίδα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ίς (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)