ηχηρά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ηχηρά < ηχηρ(ός) +

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /i.çiˈɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: η‐χη‐ρά

Επίρρημα[επεξεργασία]

ηχηρά

  • με ηχηρό τρόπο
    ※  Προτού μου το αποκαλύψει, φύσηξε ηχηρά τη μύτη του στο μαντήλι με το κεντημένο μονόγραμμά του. (Απόστολος Δοξιάδης (1992) Ο θείος Πέτρος και η εικασία του Γκόλντμπαχ [μυθιστόρημα])

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

ηχηρά