θερμοφωταύγεια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- θερμοφωταύγεια < θερμο- + φωταύγεια (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική thermoluminescence)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
θερμοφωταύγεια θηλυκό
- (φυσική, αρχαιολογία) μέθοδος χρονολόγησης που πραγματοποιείται με την μέτρηση της ποσότητας του φωτός που εκπέμπεται από κάποια ορυκτά, όταν αυτά θερμανθούν
- ※ Στο σπήλαιο της Θεόπετρας χρησιμοποιήθηκαν τρεις μέθοδοι απόλυτης χρονολόγησης: η μέθοδος του ραδιοάνθρακα (C14) και η μέθοδος της θερμοφωταύγειας και η μέθοδος της τεφροχρονολόγησης. (…) Η θερμοφωταύγεια, από την άλλη μεριά, είναι μια χρονομετρική μέθοδος που υπολογίζει την τελευταία φορά που κάηκε κάποιο αντικείμενο (ακόμη και ανόργανο όπως ένα καμένο λίθινο εργαλείο). Τα χρονικά όρια της θερμοφωταύγειας εκτείνονται πολύ πιο πίσω στο παρελθόν από αυτά του ραδιοάνθρακα, γεγονός που καθιστά τη συγκεκριμένη μέθοδο πολύ χρήσιμη σε πρώιμες προϊστορικές θέσεις όπως η Θεόπετρα. (heopetracave.gr)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
θερμοφωταύγεια
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα θερμο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα φωτ- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Φυσική (νέα ελληνικά)
- Αρχαιολογία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)