ιδεοκρατικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ιδεοκρατικός η ιδεοκρατική το ιδεοκρατικό
      γενική του ιδεοκρατικού της ιδεοκρατικής του ιδεοκρατικού
    αιτιατική τον ιδεοκρατικό την ιδεοκρατική το ιδεοκρατικό
     κλητική ιδεοκρατικέ ιδεοκρατική ιδεοκρατικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ιδεοκρατικοί οι ιδεοκρατικές τα ιδεοκρατικά
      γενική των ιδεοκρατικών των ιδεοκρατικών των ιδεοκρατικών
    αιτιατική τους ιδεοκρατικούς τις ιδεοκρατικές τα ιδεοκρατικά
     κλητική ιδεοκρατικοί ιδεοκρατικές ιδεοκρατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιδεοκρατικός < ιδεοκρατία / ιδεοκράτης + -ικός

Επίθετο[επεξεργασία]

ιδεοκρατικός, -ή, -ό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]