ιχνολογία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ιχνολογία οι ιχνολογίες
      γενική της ιχνολογίας των ιχνολογιών
    αιτιατική την ιχνολογία τις ιχνολογίες
     κλητική ιχνολογία ιχνολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιχνολογία < ίχνο(ς) + -λογία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ιχνολογία θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]