κιρκαδιανά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κιρκαδιανά < κιρκαδιανός + -ά)
Επίρρημα[επεξεργασία]
κιρκαδιανά
- σε κιρκαδιανό ρυθμό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κιρκαδιανά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
κιρκαδιανά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κιρκαδιανός