λαβυρινθώδης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λαβυρινθώδης < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
λαβυρινθώδης -ης -ες
- που μοιάζει με λαβύρινθο
- (μεταφορικά) που ακολουθεί πολύπλοκες διαδρομές
- λαβυρινθώδες μυθιστόρημα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λαβυρινθώδης
|