λασπορροή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λασπορροή < → δείτε τη λέξη λασποροή
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /la.spo.ɾoˈi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : λα‐σπορ‐ρο‐ή
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λασπορροή θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λασπορροή
→ δείτε τη λέξη λασποροή |