λυσσομανώ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λυσσομανώ < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή λυσσομανῶ → και δείτε την ετυμολογία στο λυσσομανάω
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /li.so.maˈno/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : λυσ‐σο‐μα‐νώ
Ρήμα[επεξεργασία]
λυσσομανώ
- άλλη μορφή του λυσσομανάω → δείτε και την κλίση
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λυσσομανώ
|
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μανώ (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)