ναυμαχία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ναυμαχία οι ναυμαχίες
      γενική της ναυμαχίας των ναυμαχιών
    αιτιατική τη ναυμαχία τις ναυμαχίες
     κλητική ναυμαχία ναυμαχίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ναυμαχία < αρχαία ελληνική ναυμαχία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ναυμαχία θηλυκό

  1. πολεμική σύγκρουση στη θάλασσα μεταξύ δύο στόλων
  2. επιτραπέζιο παιχνίδι για δύο άτομα στο οποίο ο κάθε παίκτης προσπαθεί να βρει που έχει βάλει ο αντίπαλος τα πλοία του

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ναυμαχί αἱ ναυμαχίαι
      γενική τῆς ναυμαχίᾱς τῶν ναυμαχιῶν
      δοτική τῇ ναυμαχί ταῖς ναυμαχίαις
    αιτιατική τὴν ναυμαχίᾱν τὰς ναυμαχίᾱς
     κλητική ! ναυμαχί ναυμαχίαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ναυμαχί
γεν-δοτ τοῖν  ναυμαχίαιν
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ναυμαχία < ναῦ(ς) + -μαχία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ναυμαχία θηλυκό

  • ναυμαχία
    ὅτε δὲ παρεδίδου ὁ Λύσανδρος τὰς ναῦς, ἔλεγε τῷ Καλλικρατίδᾳ ὅτι θαλαττοκράτωρ τε παραδιδοίη καὶ ναυμαχίᾳ νενικηκώς. ὁ δὲ αὐτὸν ἐκέλευσεν ἐξ Ἐφέσου ἐν ἀριστερᾷ Σάμου παραπλεύσαντα, οὗ ἦσαν αἱ τῶν Ἀθηναίων νῆες, ἐν Μιλήτῳ τὰς ναῦς παραδοῦναι, καὶ ὁμολογήσειν θαλαττοκρατεῖν
    και όταν ο Λύσανδρος παρέδωσε τα καράβια, είπε στον Καλλικρατίδα ότι το κάνει ως κυρίαρχος των θαλασσών και νικητής στη ναυμαχία. Ο Καλλικρατίδας εντούτοις του είπε να πλεύσει από την Έφεσο στα αριστερά της Σάμου, όπου βρίσκονταν τα ελληνικά πλοία, και να παραδώσει το στόλο στην Μίλητο -τότε, είπε, θα τον παραδεχόταν για κυρίαρχο των θαλασσών

Πηγές[επεξεργασία]