νεοταβέρνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
νεοταβέρνα θηλυκό
- (νεολογισμός) μεταμοντέρνα ταβέρνα που συνδυάζει παραδοσιακά και σύγχρονα στοιχεία