νευροφυσιολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- νευροφυσιολογία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
νευροφυσιολογία θηλυκό
- κλάδος της φυσιολογίας που μελετά το νευρικό σύστημα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
νευροφυσιολογία