ξεμαντάλωμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ξεμαντάλωμα < ξεμανταλώνω + -μα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ξεμαντάλωμα ουδέτερο
- η ενέργεια και το αποτέλεσμα του ξεμανταλώνω
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ξεμαντάλωμα
|