ξοπίσω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ξοπίσω < μεσαιωνική ελληνική ξοπίσω < αρχαία ελληνική ἐξοπίσω < ἐκ + ὀπίσω
Επίρρημα[επεξεργασία]
ξοπίσω
- (λαϊκότροπο) (από) πίσω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ξοπίσω
|