ο λύκος κι αν εγέρασε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

→ δείτε τις λέξεις λύκος, εγέρασε, γερνάω, άσπρισε, ασπρίζω, μαλλί, μήτε, γνώμη και κεφαλή. Επίσης, προβιά

Παροιμία[επεξεργασία]

ο λύκος κι αν εγέρασε

  • όσο κι αν μεγαλώνουμε, ακόμα κι αν αποκτάμε πείρα, τα χούγια και τα ελαττώματά μας δεν διορθώνται

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

  • ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε, μήτε την κεφαλή του
  • ο λύκος κι αν εγέρασε, δεν άλλαξ' η προβιά του

Μεταφράσεις[επεξεργασία]