ομοεθνικισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ομοεθνικισμός οι ομοεθνικισμοί
      γενική του ομοεθνικισμού των ομοεθνικισμών
    αιτιατική τον ομοεθνικισμό τους ομοεθνικισμούς
     κλητική ομοεθνικισμέ ομοεθνικισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ομοεθνικισμός < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ομοεθνικισμός αρσενικό

  • η ευνοϊκή συσχέτιση μεταξύ μιας εθνικιστικής ιδεολογίας και των εκπροσώπων του ΛΟΑΤ ή των δικαιωμάτων τους

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]