πιλοτάρισμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πιλοτάρισμα ουδέτερο
- (αεροπορικός όρος, ναυτικός όρος) η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του πιλοτάρω