ρεαλίστρια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρεαλίστρια οι ρεαλίστριες
      γενική της ρεαλίστριας των ρεαλιστριών
    αιτιατική τη ρεαλίστρια τις ρεαλίστριες
     κλητική ρεαλίστρια ρεαλίστριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ρεαλίστρια < ρεαλιστής + κατάληξη θηλυκού -τρια [1] ή ρεαλ(ιστής) + -ίστρια

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɾe.aˈli.stɾi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ρε‐α‐λί‐στρι‐α

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ρεαλίστρια θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε ρεαλιστής

Αναφορές[επεξεργασία]