ρεζίλεμμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ρεζίλεμμα ουδέτερο
- (παρωχημένο) άλλη γραφή της λέξης ρεζίλεμα
- ※ ' [...] Και του δημάρχου το ρεζίλεμμα και των αποσπασμάτων και όλων εκείνων που ενόμισαν πώς μπορούσαν να τα βάλουν με τον Μεγαν
- «Χρονικόν Μάτεση» σελίδα 170 στο (1932) Ο ληστοφάγος Ιωάννης μέγας και η όμορφη δημαρχοπούλα, Κυριάκος, Αριστείδης Ν. Μεταγραφή από πολυτονικό.
- ※ ' [...] Και του δημάρχου το ρεζίλεμμα και των αποσπασμάτων και όλων εκείνων που ενόμισαν πώς μπορούσαν να τα βάλουν με τον Μεγαν
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ρεζίλεμμα
|