σελαγίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σελαγίζω < σέλας

Ρήμα[επεξεργασία]

σελαγίζω

  1. ακτινοβολώ
  2. λάμπω

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]