τα αγαθά κόποις κτώνται
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- → δείτε το αγαθό στον πληθυντικό, αρχαία ελληνική κόπος στη δοτική πληθυντικού, κτάομαι/κτῶμαι (αποκτιέμαι) στο τρίτο πρόσωπο πληθυντικού ενεστώτα
Φράση[επεξεργασία]
τα αγαθά κόποις κτώνται (πολυτονική γραφή: τά ἀγαθά κόποις κτῶνται)
- τα αγαθά και καλά πράγματα αποκτιούνται με κόπους
Ταυτόσημο[επεξεργασία]
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- Παρόμοιας σημασίας φράσεις συναντάμε στον Ευριπίδη (σὺν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις) και στις εκκλησιαστικές ακολουθίες (τά γάρ καλά ἔργα κόπῳ κτῶνται καί πόνῳ κατορθοῦνται) (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
- (λογοπαίγνιο) με αντικατάσταση του κόποις με την ομόηχη αγγλική copies, πληθυντικός του copy (αντίγραφο): τα καλά πράγματα τα αποκτάς με το να αντιγράφεις τους άλλους (δηλαδή με το να χρησιμοποιείς τον κόπο των άλλων)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τα αγαθά κόποις κτώνται