τεσσαρακοστή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τεσσαρακοστή < ελληνιστική κοινή τεσσαρακοστή < θηλυκό του τεσσαρακοστός < τεσσαράκοντα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /te.sa.ɾa.koˈsti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τεσ‐σα‐ρα‐κο‐στή

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τεσσαρακοστή οι τεσσαρακοστές
      γενική της τεσσαρακοστής των τεσσαρακοστών
    αιτιατική την τεσσαρακοστή τις τεσσαρακοστές
     κλητική τεσσαρακοστή τεσσαρακοστές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

τεσσαρακοστή θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

τεσσαρακοστή

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]