τιμαριωτισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τιμαριωτισμός < τιμάριο
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τιμαριωτισμός αρσενικό
- παλιό σύστημα πολιτικής και στρατιωτικής διοίκησης με βάση τα τιμάρια
- ο τιμαριωτισμός εξακολούθησε να υπάρχει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μέχρι το 1844
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τιμαριωτισμός
|