υαλοειδεκτομή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υαλοειδεκτομή οι υαλοειδεκτομές
      γενική της υαλοειδεκτομής των υαλοειδεκτομών
    αιτιατική την υαλοειδεκτομή τις υαλοειδεκτομές
     κλητική υαλοειδεκτομή υαλοειδεκτομές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υαλοειδεκτομή < υαλοειδ(ες) + -εκτομή • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

υαλοειδεκτομή θηλυκό

  • (ιατρική) χειρουργική αφαίρεση του υαλοειδούς, της διαφανούς ουσίας που βρίσκεται ανάμεσα στο φακό και στον αμφιβληστροειδή

Μεταφράσεις[επεξεργασία]