υγρόληκτος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υγρόληκτος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
υγρόληκτος, -η, -ο
- για λέξη με χαρακτήρα υγρό σύμφωνο, λ ή ρ
- το ουσιαστικό ῥήτωρ είναι υγρόληκτο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υγρόληκτος
|