υδραζίνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υδραζίνη οι υδραζίνες
      γενική της υδραζίνης των υδραζινών
    αιτιατική την υδραζίνη τις υδραζίνες
     κλητική υδραζίνη υδραζίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υδραζίνη < υδρογόνο + άζωτο + -ίνη

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

υδραζίνη θηλυκό ή διαζίνη, ή διαμίνη, ή ουδέτερο διαζάνιο, ή υδραζίνιο

  • (χημεία): ανόργανη χημική ένωση υδρογόνου και αζώτου με μοριακό τύπο N2H4, σε υγρή μορφή τοξική και εύφλεκτη
    η υδραζίνη χρησιμοποιείται ως καταλύτης πολυμερισμών, ως προωθητικό αερίων, ως πρώτη ύλη στη φαρμακευτική καθώς και ως αντιδιαβρωτικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]