υδροκλιματολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υδροκλιματολογία < γαλλική hydroclimatologie, μορφολογικά αναλύεται ως υδρο- + κλιματολογία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υδροκλιματολογία θηλυκό χωρίς πληθυντικό
- (ιατρική) ο επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με τον τρόπο που επιδρούν στον οργανισμό τα μεταλλικά νερά ή οι θερμές πηγές σε συνδυασμό με τις κλιματολογικές συνθήκες και μελετά μεθόδους για την αξιοποίησή τους στην υδροθεραπεία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υδροκλιματολογία
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα υδρο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -λογία (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)