υπεξάρθρημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία el[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υπεξάρθρημα ουδέτερο
(ιατρική)
- κάκωση κατά την οποία έχουμε μερική παρεκτόπιση μεταξύ των αρθρικών επιφανειών, οι οποίες διατηρούν μεν επαφή αλλά όχι πλήρη και ομαλή[1]