υπερκείμενο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το υπερκείμενο τα υπερκείμενα
      γενική του υπερκειμένου
υπερκείμενου
των υπερκειμένων
    αιτιατική το υπερκείμενο τα υπερκείμενα
     κλητική υπερκείμενο υπερκείμενα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υπερκείμενο: ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου υπερκείμενος, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική hypertext. Μορφολογικά αναλύεται σε υπερ- + κείμενο [1][2]
Απεικόνιση συστήματος υπερκειμένου με σελίδες που συνδέονται με υπερσυνδέσμους.

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /i.peɾˈci.me.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: υ‐περ‐κεί‐με‐νο

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

υπερκείμενο ουδέτερο

  • (πληροφορική) hypertext: δυναμικό κείμενο, συλλογή ηλεκτρονικών εγγράφων που περιλαμβάνουν υπερσυνδέσμους (hyperlinks) μέσω των οποίων γίνεται η μετάβαση από το ένα έγγραφο στο άλλο
    ※  Γνωστό παράδειγμα υπερκειμένων αποτελούν τα προγράμματα βοήθειας (Help) των εφαρμογών
    11.1.3 Υπερκείμενα, από Εφαρμογές Πληροφορικής Υπολογιστών (Α, Β, Γ Γενικού Λυκείου - Γενικής Παιδείας) - Βιβλίο Μαθητή. Προσπέλαση 2020-07-09.

Υπερώνυμα[επεξεργασία]

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις υπέρ και κείμαι

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. υπερκείμενοΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. υπερκείμενος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας