φραγκόκλησα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φραγκόκλησα θηλυκό
- φραγκοκλησιά, φραγκική εκκλησία, ρωμαιοκαθολικός ναός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φραγκόκλησα
|