χαλούμι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χαλούμι τα χαλούμια
      γενική του χαλουμιού των χαλουμιών
    αιτιατική το χαλούμι τα χαλούμια
     κλητική χαλούμι χαλούμια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Φέτες από χαλούμι.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χαλούμι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική χαλούμι(ο)ν < πιθανόν[1] αραβικής προέλευσης (حلوم (khallum)[2] Δείτε και την ετυμολογία της αγγλικής halloumi στο αγγλικό Βικιλεξικό.

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /xaˈlu.mi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χα‐λού‐μι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χαλούμι ουδέτερο

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. χαλούμι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.